Ενδομητρίωση από τη εφηβική στην ενήλικη ζωή

Η συχνότητα της ενδομητρίωσης στο γενικό πληθυσμό φτάνει μέχρι και 80%. Μόνο το 20% όμως θα διαγνωσθεί τελικά με το πρόβλημα. Τα αίτια της νόσου είναι άγνωστα. Η παρουσία της νόσου δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα υπάρχουν και συμπτώματα πόνου. Η έκταση και η σοβαρότητα της νόσου, δεν συνοδεύεται πάντοτε με έντονο κοιλιακό πόνο ούτε όμως και το αντίθετο. Σε κάποιες περιπτώσεις ο συνεχής πόνος, η δυσπαρεύνια και η δυσκολία κενώσεων ταλαιπωρεί και μειώνει τη ποιότητα διαβίωσης.  Κορίτσια που πάσχουν από δυσμηνόρροια, δηλαδή έντονο πυελικό άλγος κατά την περίοδο, έχουν 70% πιθανότητα διασποράς κυττάρων ενδομητρίωσης στη κοιλιά τους.

Εικάζεται ότι κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρήσης, ενδομήτρια κύτταρα οδηγούνται μέσω των σαλπιγγών στην πυελική κοιλότητα, στις ωοθήκες, στην επιφάνεια των εντέρων και στο περιτόναιο. Δυστυχώς τα άτομα που θα αναπτύξουν τη νόσο μετέπειτα, είναι αδύνατον να εντοπισθούν. Γυναίκες που μένουν έγκυες σε μικρή ηλικία κάτω των 30, και διατηρούν φυσιολογικό σωματικό βάρος πιθανόν να ελαχιστοποιούν και το κίνδυνο ενδομητρίωσης.

Η υπερηχογραφία και η μαγνητική τομογραφία προσφέρουν σήμερα την πιο αξιόπιστη διάγνωση των ενδομητριωμάτων μέχρι και 1.5 εκατοστό σε μέγεθος. Οι εστίες ενδομητρίωσης στη κοιλιά είναι δύσκολο να εντοπιστούν με απεικονιστικές μεθόδους και για τη διάγνωση τους είναι απαραίτητη η διακολπική ή η κοιλιακή λαπαροσκόπηση.

Η θεραπεία της ενδομητρίωσης είναι η χειρουργική εκτομή ή/και καυστηρίαση της νόσου. Η χειρουργική αγωγή απαιτεί τη γνώση της νόσου εις βάθος και εξειδικευμένες χειρουργικές ικανότητες. Τα αντισυλληπτικά χάπια και το ενδομήτριο σπείραμα προγεστερόνης βοηθούν μόνο στις ήπιες μορφές της νόσου. Τα οιστρογόνα συνήθως δημιουργούν έξαρση της νόσου. Η εκτεταμένη ενδομητρίωση και η δημιουργία κύστεων ενδομητρίωσης στις ωοθήκες, απειλεί σημαντικά τη γονιμότητα της γυναίκας. Η παρατεταμένη φλεγμονή δημιουργεί συμφύσεις, καταστρέφοντας την δομή και λειτουργία των ωοθηκών.

Η λαπαροσκοπική επέμβαση πρέπει να γίνεται έγκαιρα. Αυτή είναι η καλύτερη θεραπεία όταν οι κύστες είναι μεγαλύτερες των 3-5 εκατοστών, ενώ μικρότερες βλάβες μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη διακολπική ενδοσκόπηση. Τα ανάλογα (GnRHa) είναι ενέσιμα φάρμακα τα οποία σταματούν παροδικά τη λειτουργία των ωοθηκών, μειώνοντας την έκκριση των οιστρογόνων, τη χρόνια φλεγμονή και το οίδημα των ιστών. Συνήθως χορηγούνται από 3 έως 6 μήνες προκαλώντας όμως εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα εξάψεων, κολπικής ξηρότητας και κακής διάθεσης.